Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2008

Το Πολυτεχνείο ζει!

Το Πολυτεχνείο αναστήθηκε, ή βρυκολάκιασε;

Της Αλκμήνης Ψιλοπούλου

Οι ομοιότητες είναι πολύ μεγάλες για να πει κανένας ότι είναι τυχαίες.
Οι νέοι βρίσκονται στους δρόμους.
Οι μεγάλοι και οι γονείς κοιτάζουν διχασμένοι, απορημένοι, σοκαρισμένοι και αμήχανοι.
Οι μικρομεσαίοι, καταστηματάρχες και έμποροι, διαμαρτύρονται γιατί κάηκαν οι περιουσίες τους.
Οι μεγαλοεπιχειρηματίες αδιαφορούν. Το θέμα αυτό δεν τους αφορά.
Ο ξένος τύπος κάνει εύστοχες παρατηρήσεις. Δυστυχώς, φαίνεται πως οι ξένοι αγαπούν περισσότερο τη χώρα μας από ότι εμείς. Πάντως σίγουρα έχουν περισσότερο μυαλό από μας.
Η ελληνική πολιτική ηγεσία θέλει ένα μόνο πράγμα. Να τελειώνουν τα επεισόδια, να ξαναγίνουν όλα όπως ήταν πριν. Να ξαναβρούμε την ησυχία μας , βρε αδερφέ, δεν μπορεί να χάσουμε την εξουσία μας από μερικούς ταραξίες και δέκα κωλόπαιδα που το παρατράβηξαν για μια άτυχη στιγμή και μερικούς προβοκάτορες κουκουλοφόρους που εκμεταλλεύονται αυτή την άτυχη στιγμή για να διασύρουν τη δημοκρατία μας μέσα κι έξω από τη χώρα. Μεσούσης μάλιστα της οικονομικής κρίσης.
Οι ξένες κυβερνήσεις φοβούνται μάλιστα μήπως η Ελλαδίτσα κάνει εξαγωγή των ταραχών κι έχουν κι αυτοί προβλήματα.

Αλλά για όσους από μας βιώνουν τα γεγονότα, οι ομοιότητες είναι πολύ μεγάλες με τα συγκλονιστικά γεγονότα του Πολυτεχνείου.
Και τότε ήταν μερικά κακά παιδιά, μερικοί ταραξίες που έκανα ζημιές στην πόλη και δημιουργούσαν αναστάτωση στους φιλήσυχους πολίτες. Και τότε μας έλεγαν αλήτες. Μα βρε παιδί μου, τι γυρεύουν τώρα οι φοιτητές, όλα τα έχουν, εγώ στην ηλικία τους δεν είχα τίποτα, είχαμε φτώχεια στην οικογένεια, λέγανε οι γονείς. Και οι καταστηματάρχες έκλαιγαν και τότε για τις περιουσίες τους.
Και τότε ήμασταν λίγοι, πολύ λιγότεροι από ότι τώρα, που βρεθήκαμε στους δρόμους, μια φούχτα ήμασταν κλεισμένοι μέσα στο Πολυτεχνείο.
Και τότε όπως και τώρα πετούσαμε νεράντζια στους μπάτσους και τους φωνάζαμε «εμπρηστικά» συνθήματα. Ένα από αυτά, «τρεις κι εξήντα παίρνετε, τα παιδιά να δέρνετε» (τότε ήταν οι δραχμές).
Και τότε όπως και τώρα κρατούσαν μερικοί από μας παλούκια και λοστάρια γιατί ήταν υπέρ της βίας. «Βία στη βία της εξουσίας» φώναζαν. Και τότε όπως και τώρα πλησιάσαμε τις διμοιρίες στρατού που μας είχαν κυκλώσει και τους φωνάζαμε, «αδέλφια μας φαντάροι» (τότε δεν υπήρχαν ΜΑΤ, μόνο ακροβολισμένοι ελεύθεροι σκοπευτές και χαφιέδες με πολιτικά που πλάκωναν στο ξύλο τους περιπλανώμενους στα στενά γύρω απ’ το Πολυτεχνείο.)
Και τότε όπως και τώρα, το ΠΑΣΟΚ δεν ήταν εκεί, οι δεξιοί συνεδρίαζαν κάπου σε κάποια γραφεία, η ΚΝΕ ήταν γύρω απ’ το Πολυτεχνείο με πανώ που έγραφε μόνο φοιτητικά συνθήματα- για δωρεάν συγγράμματα, ελεύθερη παιδεία, τέτοια- και μας έλεγε, «μόνο φοιτητικά συνθήματα να φωνάζετε, μόνο για τα αιτήματά μας». Ούτε «έξω απ’ το ΝΑΤΟ» ήθελαν, ούτε «Κάτω η Χούντα». Μόνο φοιτητικά αιτήματα. Αυτά τα έκτροπα, κατά την «Πανσπουδαστική» επίσημο όργανο της ΑΝΤΙΕΦΕΕ-ΚΝΕ, η κατάληψη του Πολυτεχνείου, ήταν έργο κάποιων προβοκατόρων.
Έπειτα, όταν ήρθαν απέξω τα τάνκς, εμφανίστηκε ο Λαλιώτης κι έκανε διαπραγματεύσεις για ειρηνική αποχώρηση. Η ΚΝΕ είχε πάρει τον έλεγχο κάποιων σχολών, είχε δύναμη στο συντονιστικό...

Τις πρώτες μέρες ήμασταν μόνοι μας μέσα στο Πολυτεχνείο. Μόνοι απέναντι στη Χούντα. Μόνο την τελευταία μέρα κατέβηκε στους δρόμους και ο κόσμος. Κατέβηκαν οι γονείς μας, να διαδηλώσουν κι αυτοί εναντίον της Χούντας. Κατέβηκαν κι εργάτες κι αγρότες από άλλα μέρη της χώρας με τα πανό τους και με συνθήματα. Τα έκτροπα εξελίσσονταν σε λαϊκή εξέγερση και τότε μπήκε μέσα το τάνκ.

Ακόμη σήμερα, δεν έχουμε δει την επόμενη μέρα των επεισοδίων.
Η δικιά μας επόμενη μέρα ήταν μια εκκωφαντική σιωπή. Ο Καραπαναγιώτης όμως, μου είχε πει, όταν με έπιασαν στην ασφάλεια, «άκουσε να δεις κοριτσάκι μου, ότι κι αν κάνετε, εμείς εδώ ήμασταν, εδώ είμαστε κι εδώ θα είμαστε, όποια κυβέρνηση κι αν έρθει στην εξουσία. Εμείς είμαστε η εξουσία».

Τα κόμματα, στη δικιά μας επόμενη μέρα, έσπευσαν να κόψουν ένα κομμάτι από την πολιτική μας σάρκα, όσο γίνεται μεγαλύτερο, να πείσουν ότι πρωτοστάτησαν στα γεγονότα, να πάρουν το μερίδιό τους από το θήραμα που είμασταν εμείς, οι αθώοι, ανιδιοτελείς και αφελείς νεαροί ήρωες...
Έπαιξαν τα παιχνίδια τους πάνω στην πλάτη μας. Χάιδεψαν τα αυτιά των γονιών μας, χάιδεψαν τα αυτιά των μικροαστών, των νοικοκυραίων, των φιλήσυχων πολιτών.
Όπως ακριβώς και σήμερα.

Σήμερα οι μικροί μαγαζάτορες αποζημιώνονται για τις ζημιές που υπέστησαν από τους κουκουλοφόρους και τους ταραξίες. Με κάτι λιγότερο από 1δις ευρώ. Να ξαναφτιάξουν τα μαγαζιά τους μέρες Χριστουγέννων που έρχονται, να κάνουν τζίρο. Και παρακαλάνε οι μαγαζάτορες και οι έμποροι τον κόσμο να κατέβει να ψωνίσει. Τώρα οι τιμές έχουν πέσει. Τόσα χρόνια, πριν από την κρίση, 10 ευρώ πούλαγε το τζιν ο κινέζος, 100 ευρώ το ίδιο τζιν ο μαγαζάτορας της Ερμού. Τόσα χρόνια, ακρίβεια και τιμές στα ύψη.

Λίγο πριν ξεσπάσουν τα επεισόδια, ο Αλογοσκούφης υποσχόταν 28δις στις τράπεζες για να σωθούν. Τώρα δίνει κάτι λιγότερο από 1δις στους εμπόρους για να ενισχύσει τους μικρομεσαίους. Και δίνει 0 ευρώ για την παιδεία, 0 για την υγεία, 0 για τον πολιτισμό, 0 για τους μισθούς και τις συντάξεις. Εδώ και χρόνια το ακούμε το τροπάρι, «δεν έχουμε λεφτά, δεν έχουμε λεφτά, διανύουμε περίοδο λιτότητας».

Τώρα η Παπαρήγα βγαίνει και λέει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ χαϊδεύει τα αυτιά των κουκουλοφόρων.
Ο Καρατζαφέρης βγαίνει και λέει ότι αν ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε εκλογές στους κουκουλοφόρους θα είχε ποσοστά Τσαουσέκσου (sic!)
Ο Γιωργάκης βγαίνει και λέει ότι τα σχολεία πρέπει να μείνουν ανοιχτά και συνιστά αυτοσυγκράτηση.
Ο Αλαβάνος βγαίνει και λέει, «ακούστε τους. Ακούστε τους νέους, ακούστε τι έχουν να σας πουν. Είναι τα παιδιά μας αυτά που βγαίνουν στους δρόμους».
Ο Κύρκος βγαίνει και λέει «φίλε μαθητή, φοιτητή, πρόσεχε, να μην εκμεταλλευτούν τον αγώνα σου κάποιοι άλλοι».
Όπως μας εκμεταλλεύτηκαν τότε, εμάς τη γενιά του Πολυτεχνείου, τα κόμματα. Και το ΠΑΣΟΚ, και το ΚΚΕ, και η ΝΔ. Παίζοντας πάνω στην πλάτη μας τα πολιτικά τους παιχνίδια εξουσίας.

Αλλά κανείς δεν ακούει, κανείς δεν προσέχει. Ο λόγος είναι απλός.
Οι μαθητές δεν ψηφίζουν. Ψηφίζουν οι έντρομοι, αμήχανοι, βολεμένοι μέχρι πρότινος γονείς τους. Ψηφίζουν οι μαγαζάτορες της Ερμού, ψηφίζουν οι μικρομεσαίοι. Αυτός είναι ο κορμός του δικομματισμού. Κι αν τα κόμματα δεν χαϊδέψουν τα δικά τους αυτιά, κι αν δεν καλοπιάσουν τις τσέπες τους που βρίσκονται σε κίνδυνο, κινδυνεύει το ίδιο το σύστημα...
Το σύστημα που κλυδωνίζεται συθέμελα από την αυτοκαταστροφική μανία της μιας και μοναδικής αξίας που καλλιεργεί τον τελευταίο αιώνα σε ολόκληρο τον πλανήτη. Του κέρδους.

Επίλογος: Ευτυχώς δεν ακούει ούτε ο μικρός Αλέξης Γρηγορόπουλος από εκεί που βρίσκεται. Γιατί αν άκουγε, αν μπορούσε, με την πείρα και τη σοφία που απέκτησε από το βίαιο και άδικο θάνατό του, θα τους έκαιγε όλους στο πυρ το εξώτερο.

2 σχόλια:

aris53m είπε...

Να συμπληρώσω αν επιτρέπεται άλλον έναν άδικο θάνατο Νίκος Τεμπονέρας

quartier libre είπε...

@ εύχομαι

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΚΑΙ ΚΑΛΑ !